ἑκατονταετίας

ἑκατονταετίας
ἑκατονταετίᾱς , ἑκατονταετία
period of
fem acc pl
ἑκατονταετίᾱς , ἑκατονταετία
period of
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ιωβηλαίο — (Jubilaeum). Έτσι ονόμαζαν οι Εβραίοι το τελευταίο έτος κάθε πεντηκονταετίας. Το εβραϊκό I. ήταν έτος πλήρους ανάπαυσης, αφιερωμένο στον Θεό. Ο θεσμός αυτός είχε για το εβραϊκό έθνος ιδιαίτερη κοινωνική σημασία, αφού τα χωράφια και τα σπίτια που… …   Dictionary of Greek

  • πύλος — Με το όνομα αυτό αναφέρονται τρεις πόλεις: μία της μυκηναϊκής εποχής, μία των κλασικών χρόνων και μία σύγχρονη. 1. Μυκηναϊκή Π. Είναι η πόλη του ομηρικού Νέστορα, του οποίου η δύναμη και η δόξα δεν είχαν σχεδόν τίποτα να ζηλέψουν από τη δόξα και… …   Dictionary of Greek

  • Αγία Μονή — I (Ζωοδόχος Πηγή).Γυναικείο ησυχαστήριο κοντά στο Ναύπλιο, το οποίο εξαρτάται από τη μητρόπολη Αργολίδας. Ιδρύθηκε το 1143 από τον επίσκοπο Άργους και Ναυπλίου Λέοντα. Το καθολικό, αφιερωμένο στη Ζωοδόχο Πηγή, κτίσμα του 12 αι., είναι καθαρά… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… …   Dictionary of Greek

  • Μπαχ, Γιόχαν Σεμπάστιαν — (Johann Sebastian Bach, Άιζεναχ, 1685 – Λειψία 1750). Ήταν το τελευταίο από τα έξι παιδιά του Αμπρόζιους Μπαχ, μoυσικoύ factotum της μικρής πόλης, από τον οποίο έμαθε, στα πρώτα χρόνια της παιδικής του ηλικίας, να παίζει βιολί. Με τον θάνατο της… …   Dictionary of Greek

  • Μπραμς, Γιοχάνες — (Jochannes Brahms, Αμβούργο 1833 – Βιέννη 1897). Γερμανός συνθέτης. Αποκάλυψε νωρίς μια εξαιρετική μουσική φύση και κάτω από τις οδηγίες του πατέρα του άρχισε να μελετά βιολί, πιάνο και σύνθεση. Από δέκα ετών άρχισε τις πρώτες δημόσιες εμφανίσεις …   Dictionary of Greek

  • Ριανός — Επικός ποιητής από την αρχαία κρητική πόλη Βήνη. Έζησε στο δεύτερο μισό της 3ης εκατονταετίας π.Χ., στα χρόνια του Πτολεμαίου Ευεργέτη (276 196). Έγραψε σχόλια στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια και πολλά επικά ποιήματα, όπως ο Δοναλσών. Ο αυτοκράτορας …   Dictionary of Greek

  • Τόμσον, σερ Τζόζεφ Τζον — (Thomson, Τσίταμ Χιλ, Μάντσεστερ 1856 – Κέμπριτζ 1940). Άγγλος φυσικός. Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους φυσικούς της τελευταίας εκατονταετίας και οι εργασίες του συνέβαλαν αποφασιστικά στην εξέλιξη της ατομικής φυσικής. Διετέλεσε καθηγητής στο… …   Dictionary of Greek

  • Τόμσον, Τζόζεφ — (Thomson, Πένποντ 1858 – Λονδίνο 1895). Σκοτζέζος εξερευνητής. Το 1878 80 βρισκόταν στην ανατολική Αφρική, όπου εξερεύνησε τις λίμνες Νιάσα, Τανγκανίκα και Ρούκβα. Το 1881 84 εξερεύνησε περιοχές της Κένυας και του Κιλιμάντζαρο και ανακάλυψε τις… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”